Η σκόνη του χρόνου

Posted: 24 Νοεμβρίου, 2012 in Ευρώπη
Ετικέτες: , ,

Το ποδόσφαιρο γεννάει σταρ και το σταρ σίστεμ τους αναδεικνύει και αυτή είναι η διαφορά, φερ` ειπείν, μεταξύ του Τσάβι και του Κριστιάνο Ρονάλντο. Ο Ισπανός μέσος είναι αστέρι του ποδοσφαίρου, ο Πορτογάλος είναι σούπερ σταρ. Ο «Πέπι» Μπίτσαν θα ήταν ο απόλυτος σούπερ σταρ, αλλά γεννήθηκε σε λάθος μέρος και κυρίως έζησε σε λάθος εποχή.

Γεννημένος στη Βιέννη της τότε Αυστροουγγαρίας το 1913 από Τσέχους στην καταγωγή γονείς, ο Γιόζεφ έχασε σε μικρή ηλικία τον πατέρα του. Ο 30χρονος Φράντισεκ Μπίτσαν, επίσης ποδοσφαιριστής και βετεράνος του Α` Παγκοσμίου Πολέμου, πέθανε επειδή αρνήθηκε να εγχειρισθεί στο νεφρό από έναν τραυματισμό του σε ένα παιχνίδι.

Ο μικρός Πέπι μεγάλωσε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας με τη μητέρα του Λουντμίλα, παίζοντας ξυπόλητος ποδόσφαιρο με μπάλα φτιαγμένη από κουρέλια, παρέα με τον μετέπειτα σπουδαίο συμπαίκτη του Ματίας Ζίντελαρ. Ο ίδιος πάντως αργότερα ότι για τον λόγο αυτό, επειδή έπαιζε ξυπόλητος, είχε απαράμιλλη τεχνική.

Ξεκίνησε σαν έφηβος στη Χέρτα Βιέννης και μόλις στα 18 του υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με τη Ραπίντ Βιέννης, ποδοσφαιρική υπερδύναμη της Αυστρίας τότε και όχι μόνο.

Με όπλα την ταχύτητα του (έτρεχε τα 100 μέτρα σε 10.8«!) και τη φοβερή τεχνική του ο νεαρός φορ γρήγορα καθιερώθηκε και στα 21 του, τη σεζόν 1933-34, σκόραρε με Ραπίντ 29 γκολ σε 22 ματς! Έγινε μέλος φυσικά της «Βούντερτιμ», της «ομάδας-θαύμα» δηλαδή όπως αποκαλούταν τότε η Εθνική Αυστρίας, και πήρε μέρος στο Μουντιάλ του 1934, σημειώνοντας 1 γκολ.

Άπαντες περίμεναν ακόμα μεγαλύτερη ανέλιξη στη Ραπίντ, αλλά μια διένεξη του με τη διοίκηση τον άφησε ουσιαστικά παροπλισμένο για μια σεζόν (μόλις 3 συμμετοχές), καθώς και ο ίδιος ένιωθε ότι δεν του έδιναν την προσοχή που έπρεπε.

Παρότι ενδιαφέρθηκε η Σλάβια Πράγας για την απόκτηση του, ο ίδιος «εκδικήθηκε» τη Ραπίντ, πηγαίνοντας το 1935 στην Αντμίρα Βάκερ, τη συμπολίτισσα και «αιώνια αντίπαλο» τότε, κατακτώντας δύο πρωταθλήματα!

Εξαιτίας των όσων είχαν γίνει με τη Ραπίντ είχε χάσει τη θέση του στην Εθνική Αυστρίας, με την οποία έπαιξε για τελευταία φορά το 1937, μόλις σε ηλικία 24 ετών δηλαδή.

Το «πρέσινγκ» της Σλάβια Πράγας για την απόκτηση του απέδωσε καρπούς το 1937 και πήγε στην πατρίδα των γονιών του να παίξει ποδόσφαιρο. Στο μεταξύ, το 1938 είπε ένα βροντερό «όχι» στους Ναζί, που τον κάλεσαν να παίξει στην προσαρτημένη σε αυτούς Αυστρία.

Τα καλύτερα ποδοσφαιρικά του χρόνια έρχονταν, αλλά οι μπελάδες ακολουθούσαν… Ο Μπίτσαν πάντως εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο ίσως σκόρερ που γνώρισε η Ευρώπη εκείνη την εποχή.

Από το 1937 ως το 1948 που έπαιξε στη Σλάβια σημείωσε 395 (!) γκολ σε 217 ματς, ενώ σε μια σεζόν (1943-44) είχε το μυθικό ρεκόρ των 57 τερμάτων σε 26 αγώνες! Επίσης στην 27ετή του καριέρα αναδείχτηκε 12 φορές πρώτος σκόρερ, ενώ για 5 σερί σεζόν ήταν πρώτος σκόρερ σε όλη την Ευρώπη!

Το 1939 έγινε ένας από τους λίγους ποδοσφαιριστές παγκοσμίως που έπαιξε σε τρίτη εθνική ομάδα, αγωνιζόμενος με τη φανέλα του «Προτεκτοράτου της Βοημίας και της Μοραβίας» σε ματς με τη Γερμανία, όπου πέτυχε και χατ-τρικ στο τελικό 4-4!

Το 1948 η Ευρώπη προσπαθούσε ακόμα να συνέλθει από τη δίνη του Β` Παγκοσμίου Πολέμου και η Γιουβέντους ενδιαφέρθηκε για την απόκτησή του. Τότε αποδείχτηκε πως έκανε το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα του, καθώς τον συμβούλεψαν να αρνηθεί, λέγοντας του πως «στην Ιταλία θα κυβερνήσουν οι Κομμουνιστές»!

Η τραγική ειρωνεία για τον ίδιο ήταν πως τότε ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας το ΚΚ, μέλος του οποίου αρνήθηκε να γίνει στην Πράγα…

Ο Μπίτσαν ήταν εξαιρετικά δημοφιλής φυσικά στον κόσμο, αλλά οι μηχανισμοί προπαγάνδας του Κόμματος προσπάθησαν να στρέψουν την κοινή γνώμη εναντίον του, διαδίδοντας πως ήταν «ένας πλούσιος Βιεννέζος αστός»…

Τελικά, θέλοντας και μη (απειλούσαν ότι θα του πάρουν το σπίτι!), ο Μπίτσαν το 1949 έφυγε από την «αστική» Σλάβια και πήγε στη Βιτκόβιτσε, μια εργατική ομάδα Β` κατηγορίας για να συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του Κόμματος και στη συνέχεια στη Χράντετς, αλλά ούτε εκεί βρήκε την ησυχία του…

Στα 40 του, το 1953, επέστρεψε στην αγαπημένη του Σλάβια Πράγας, η οποία τότε είχε μετονομαστεί από το ΚΚ της Τσεχοσλοβακίας σε Ντιναμό για να αποσυρθεί από την ενεργό δράση το 1955.

Οι προστριβές του με τους Κομμουνιστές στην πατρίδα του, ουσιαστικά δεν τον άφησαν να στεριώσει αργότερα σαν προπονητής, ώσπου τελικά το 1968 με την «Άνοιξη της Πράγας» πήρε την άδεια να δουλέψει στο Βέλγιο. Εκεί δούλεψε με επιτυχία στην Τόνγκερεν, με την οποία είχε δυο σερί ανόδους.

Λίγο μετά αποσύρθηκε από την προπονητική και γύρισε στην Τσεχοσλοβακία, όπου πάμφτωχος και ξεχασμένος άρχισε να δουλεύει στα 60 του ως εργάτης για τα προς το ζην…

Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια ακόμα, μετά τη «βελούδινη επανάσταση» για να πάρει την αναγνώριση που του άξιζε από την Τσεχοσλοβακία, ενώ το 1998 ένας αστεροειδής ονομάστηκε «Πέπιμπίτσαν» προς τιμήν του. «Έφυγε» πλήρης ημερών και αθόρυβα το 2001 σε ηλικία 88 ετών…

Επισήμως, ο Μπίτσαν ολοκλήρωσε την καριέρα του με τον… τρομακτικό αριθμό των 805 γκολ σε 530, αλλά σύμφωνα με άλλους, μαζί με τα «ανεπίσημα» ματς, σημείωσε 1468 γκολ σε 918 ματς, ξεπερνώντας ακόμα και τον Πελέ!

Αναμφίβολα υποτιμημένος και παράταιρα ξεχασμένος πέρα από την Τσεχία, ο Μπίτσαν ηττήθηκε στην καριέρα του μόνο από τη σκόνη του χρόνου και από μηχανισμούς που τον ξεπερνούσαν. Σήμερα θα έπαιρνε τη Χρυσή Μπάλα και θα έβγαζε εκατομμύρια ευρώ…

Επιμέλεια: Δημήτρης Χατζής

Σχολιάστε